Τετάρτη 22 Απριλίου 2015

Solvency II και ιδιωτική ασφάλιση: Έννοια, πλεονεκτήματα και προκλήσεις

Solvency II και ιδιωτική ασφάλιση: Έννοια, πλεονεκτήματα και προκλήσεις

Solvency II και ιδιωτική ασφάλιση: Έννοια, πλεονεκτήματα και προκλήσεις
Η Solvency II αποτελεί τη νέα κοινοτική οδηγία που θα ρυθμίζει απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας τωνασφαλιστικών επιχειρήσεων και η οποία έχει τεθεί σε ισχύ. 
Θεσπίζει ένα ενιαίο σύστημα υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων σε όλα τα κράτη– μέλη της Ε.Ε., το οποίο θα αντικαταστήσει πλήρως το σύστημα Solvency Ι, υιοθετώντας τεχνικές διαχείρισης κινδύνων, εταιρικής διακυβέρνησης και διαφάνειας, οι οποίες κρίνονται πλέον απαραίτητες για την ορθή λειτουργία της αγοράς και την προστασία του ασφαλισμένου καταναλωτή. Σύμφωνα με την Οδηγία Solvency II, η οικονομική και κοινωνική σημασία της ασφάλισης και της αντασφάλισης καθιστά σκόπιμη την παρέμβαση των δημόσιων αρχών υπό τη μορφή της προληπτικής εποπτείας. Οι ασφαλιστές οφείλουν να ικανοποιούν ορισμένες απαιτήσεις φερεγγυότητας, ούτως ώστε να είναι σε θέση να καλύπτουν τις απαιτήσεις των κατόχων ασφαλιστηρίων συμβολαίων, σε περιπτώσεις έλευσης του ασφαλιζόμενου κινδύνου.
Τα πλεονεκτήματα της Solvency II για τους καταναλωτές
To βασικό πλεονέκτημα για τους καταναλωτές (κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων αλλά και δικαιούχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων) είναι το επαρκές επίπεδο προστασίας απέναντι σε πιθανή αφερεγγυότητα της εταιρίας με την οποία συνεργάζονται, δεδομένου ότι η εταιρία διασφαλίζει ότι το κεφάλαιο που διατηρεί είναι ανάλογο των κινδύνων που αναλαμβάνει. Ο αυξημένος ανταγωνισμός στις Ευρωπαϊκές ασφαλιστικές αγορές θα επιφέρει μεγαλύτερη ποικιλία προϊόντων σε πιο προσιτές τιμές για τον καταναλωτή, δεδομένου ότι με το Solvency II τα ασφαλιστικά προϊόντα θα κοστολογούνται με τις σωστές τιμές, αφού θα γίνεται σωστή και ολοκληρωμένη αξιολόγηση των πιθανών κινδύνων. Επίσης, είναι πιθανό οι εταιρίες να αναπροσαρμόσουν τις τιμές τους, το σχεδιασμό και τα χαρακτηριστικά των προϊόντων τους.
Tα πλεονεκτήματα του Solvency II για τις ασφαλιστικές εταιρίες
Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις ταυτίζονται με τους πραγματικούς κινδύνους της εταιρίας και, με αυτό τον τρόπο, επιτυγχάνεται η βέλτιστη κεφαλαιακή κατανομή. Μειώνονται ή και καταργούνται περιττοί νομικοί περιορισμοί. Ενιαία εφαρμογή του Solvency II σε όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεδομένων των πιο πάνω πλεονεκτημάτων, το Solvency II θα αναβαθμίσει τον ανταγωνισμό στις Ευρωπαϊκές ασφαλιστικές αγορές.
Ποιους κινδύνους υπολογίζει η Solvency II
  • Κίνδυνος Underwriting: Ο κίνδυνος αυτός σχετίζει άμεσα με την αξιολόγηση των πελατών των ασφαλιστικών εταιρειών, τα ασφάλιστρα, τα αντασφάλιστρα, τα τεχνικά αποθέματα, καθώς και με την σωστή αξιολόγηση της συμπεριφοράς των πελατών της εταιρείας, όσον αφορά την διατηρησιμότητα των ασφαλιστηρίων συμβολαίων.
  • Κίνδυνος ρευστότητας: O κίνδυνος αυτός σχετίζεται άμεσα με την οικονομική ρευστότητα της εταιρείας και με το κατά πόσο η εταιρεία είναι ικανή να αντεπεξέλθει στις οικονομικές της υποχρεώσεις, όχι μόνο σε επίπεδο αποζημιώσεων, αλλά και σε επίπεδο υποχρεώσεων γενικότερα. 
  • Κίνδυνος αγοράς: Ο κίνδυνος αυτός σχετίζεται με τις μεταβολές στην αγορά χρήματος, δηλαδή στις αυξομειώσεις των επιτοκίων, στις χρηματιστηριακές συναλλαγές και την κατάσταση των χρηματαγορών γενικότερα και, τέλος, στις αγορές παραγώγων και συναλλάγματος κλπ. 
  • Πιστωτικός κίνδυνος: Ο πιστωτικός κίνδυνος στον ασφαλιστικό κλάδο σχετίζεται με την δυνατότητα των αντασφαλιστών να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις τις εταιρείας σε μια δεδομένη στιγμή. Ο πιστωτικός κίνδυνος εμπεριέχει επίσης και την σωστή επενδυτική πολιτική της εταιρείας, καθώς και την δυνατότητα της εταιρείας να εισπράττει από τους χρεώστες της και να είναι απαλλαγμένη από προβληματικούς λογαριασμούς. 
  • Συστηματικός κίνδυνος: O κίνδυνος αυτός σχετίζεται κυρίως με το νομοθετικό περιβάλλον, στο οποίο κινείται οι επιχείρηση, καθώς και με τους οικονομικούς κύκλους που διανύει η αγορά, στην οποία λειτουργεί.
  • Επιχειρηματικός κίνδυνος: O επιχειρηματικός κίνδυνος αφορά τις διαδικασίες , τα συστήματα, την διοίκηση ή την πιθανότητα εξαπάτησης εντός της εταιρείας.
Γιατί το Solvency II διαφέρει από το Basel II
Το Basel II είχε σαν στόχο του τη δημιουργία ενός νέου νομοθετικού πλαισίου για την τραπεζική αγορά, όπως και το Solvency II έχει σαν στόχο του τη δημιουργία ενός νέου νομοθετικού πλαισίου για την ασφαλιστική αγορά. Το Basel II αναπτύχθηκε με τη μέθοδο των «Τριών Πυλώνων», η οποία αποτέλεσε και τη βάση για το Solvency II, αλλά πέραν αυτού, οι ομοιότητες του Solvency II με το Basel II είναι ελάχιστες. Το επιχειρηματικό μοντέλο των ασφαλιστικών εταιριών διαφέρει δραματικά από αυτό των τραπεζών και, έτσι, το Solvency II διαμορφώνει τις δικές του αρχές λειτουργίας, βασισμένο στις ιδιαιτερότητες τηςασφαλιστικής αγοράς.
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ
Στα τέλη του 2013, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΙΟΡΑ) προχώρησε στη δημοσίευση Κατευθυντήριων Γραμμών, με στόχο τη σταδιακή εφαρμογή των κανόνων της Οδηγίας Solvency II κατά τη μεταβατική περίοδο προσαρμογής 2014-2015.
Η υιοθέτηση των Κατευθυντήριων Γραμμών δεν είναι ίδια από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, αφού αυτές απευθύνονται πρωτίστως προς τις εθνικές εποπτικές αρχές, οι οποίες καλούνται να αποφασίσουν τον τρόπο, με τον οποίο θα τις ενσωματώσουν στο εγχώριο εποπτικό πλαίσιο, προκειμένου να υιοθετηθούν κατ’ επέκταση από τις ασφαλιστικές εταιρείες. Στην Ελλάδα, ο τοπικός επόπτης (Τράπεζα της Ελλάδος) υιοθέτησε τις Κατευθυντήριες Γραμμές στα Ελληνικά, με ελάχιστες αλλαγές από το αρχικό κείμενο, ενώ παράλληλα δημοσίευσε στα τέλη του 2013 τον Οδικό Χάρτη για τη σταδιακή εφαρμογή του Solvency II στη χώρα μας. Τον Οδικό Χάρτη ακολούθησε η αποστολή Ποιοτικού Ερωτηματολογίου, προκειμένου να αξιολογηθεί εκ πρώτης ο βαθμός προετοιμασίας των ασφαλιστικών εταιρειών. Εξετάζοντας τη δομή του Ποιοτικού Ερωτηματολογίου, είναι εμφανές ότι στηρίχτηκε στις απαιτήσεις των τεσσάρων βασικών ομάδων των Κατευθυντήριων Γραμμών, αλλά με ιδιαίτερη έμφαση στην Εταιρική Διακυβέρνηση. Όσον αφορά τις Κατευθυντήριες Γραμμές για την Εταιρική Διακυβέρνηση, η έννοια της Εταιρικής Διακυβέρνησης, αλλά και το πλαίσιο των αρχών, στις οποίες αυτή βασίζεται, αποτελούν ένα νέο στοιχείο λειτουργίας για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Η έλλειψη αυστηρών νομοθετικών κανόνων, όπως τους γνωρίζαμε μέχρι σήμερα και η αντικατάστασή τους από αρχές, όπως αυτές της αναλογικότητας, της συνετής διαχείρισης, της καταλληλότητας και του ήθους κ.λπ. αποτελούν ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση για την επαρκή κάλυψη των εποπτικών απαιτήσεων σε αυτό το μεταβατικό στάδιο μέχρι την 1/1/2016.
Σημειωτέον ότι στη μετάβαση των ασφαλιστικών εταιριών στο νέο καθεστώς φερεγγυότητας, ενόψει της εναρμόνισης με την Solvency II από τις αρχές του 2016 σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2014. Τονίζει συγκεκριμένα: «Από την αρχή της περιόδου Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου 2014, η Τράπεζα της Ελλάδος επικεντρώθηκε στη διαπίστωση της εφαρμογής των κανονιστικών Πράξεων Εκτελεστικής Επιτροπής (ΠΕΕ) 30 και 31/30.9.2013 που τέθηκαν σε ισχύ την 1.1.2014. Προς το σκοπό αυτό εντατικοποιήθηκαν οι έλεγχοι, τόσο στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, και πραγματοποιήθηκαν συστάσεις προσαρμογής όπου παρατηρήθηκαν αποκλίσεις από το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο.
Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για το νέο εποπτικό καθεστώς της “Φερεγγυότητας ΙΙ” (“Solvency II”) από την 1.1.2016, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΙΟΡΑ) έθεσε σε ισχύ την 1.1.2014, τα Ενδιάμεσα Μέτρα Εφαρμογής (Interim Guidelines). Τα μέτρα αυτά αναφέρονται, κυρίως, στην υποχρέωση καθιέρωσης κατάλληλου συστήματος διακυβέρνησης και ελέγχου (Πυλώνας ΙΙ) που εισάγεται µε το νέο θεσμικό πλαίσιο, καθώς και στη διαμόρφωση των εποπτικών αναφορών και στην πληροφόρηση του κοινού (Πυλώνας ΙΙΙ).
Η Τράπεζα της Ελλάδος ενσωμάτωσε στο πρόγραμμα προετοιμασίας της αγοράς τα εν λόγω Ενδιάμεσα Μέτρα, µε τη γνωστοποίηση και ανάρτησή τους στο δικτυακό της τόπο, σηματοδοτώντας την αρχή της μετάβασης στο νέο εποπτικό πλαίσιο. Για την προετοιμασία της κάλυψης των ποσοτικών απαιτήσεων του Πυλώνα Ι, μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου 2014 και σε συνεργασία µε την ΕΙΟΡΑ, η Τράπεζα της Ελλάδος διεξήγαγε άσκηση αντοχής των διαθέσιμων εποπτικών κεφαλαίων των επιχειρήσεων σε ακραίες καταστάσεις (stress test). Η άσκηση διενεργήθηκε µε στοιχεία ημερομηνίας αναφοράς 31.12.2013 και περιλάμβανε δύο μέρη: το Βασικό Σενάριο (core module) και το Σενάριο Χαμηλών Επιτοκίων (low-yield module). Σκοπός της άσκησης ήταν η αναγνώριση των επιπτώσεων και της αντοχής του συνόλου της ασφαλιστικής αγοράς σε ακραία σενάρια μεταβολής των οικονομικών παραμέτρων και των ασφαλιστικών κινδύνων και όχι ο υπολογισμός κεφαλαιακών αναγκών υπό τις ανωτέρω ακραίες καταστάσεις».
Οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για την προσαρμογή της ασφαλιστικής αγοράς στο νέο εποπτικό περιβάλλον. Οι Κατευθυντήριες Γραμμές στο σύνολό τους σηματοδοτούν μια περίοδο εντατικής προετοιμασίας των ασφαλιστών. Προκειμένου όμως οι Κατευθυντήριες Γραμμές, αλλά και η ίδια η Οδηγία Solvency II, να εφαρμοστούν αποτελεσματικά, προϋποθέτουν και την αλλαγή της όλης κουλτούρας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Η εφαρμογή των αρχών που εισάγονται με την Οδηγία απαιτεί την επί της ουσίας κατανόηση της διαχείρισης κινδύνων, προκειμένου οι αρχές αυτές να εφαρμοστούν σωστά και κατ’ αναλογία του ιδιαίτερου προφίλ κινδύνου της κάθε εταιρείας. Οι Κατευθυντήριες Γραμμές, στο σύνολό τους, δίνουν σε κάθε εταιρεία την ευκαιρία να αξιολογήσει το νέο περιβάλλον και να ρυθμίσει σταδιακά και λεπτομερώς τον τρόπο λειτουργίας της, ώστε να είναι έτοιμη για την πλήρη υποδοχή του νέου πλαισίου την 1/1/2016.
Στις 31/9/2014 κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων το σχέδιο νόμου που σκοπό έχει την ενσωμάτωση στην ελληνική τραπεζική νομοθεσία των διατάξεων της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτωνασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), των διατάξεων των άρθρων 2 και 8 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και των διατάξεων του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων, καθώς και η αντικατάσταση και συμπλήρωση υφιστάμενων διατάξεων της νομοθεσίας δικαίου ιδιωτικής ασφάλισης με σκοπό την προσαρμογή της στις τρέχουσες εξελίξεις.
Με το νομοσχέδιο αυτό, ενσωματώνεται, στο σύνολό της, σχεδόν, η ευρωπαϊκή οδηγία που αφορά τηSolvency II δίχως μέχρι στιγμής να έχει προχωρήσει τόσο η προηγούμενη όσο και η νέα κυβέρνηση στη ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου.

* Ο Δημήτριος Καλτσής είναι:
Δικηγόρος LL.M
ΚΡΕΜΑΛΗΣ | Ius Laboris Greece | Global HR Lawyers
Κυρίλλου Λουκάρεως 35 - 114 75 Αθήνα
T +30 210 6431387 | F +30 210 6460313 | kkremalis@kremalis.gr
Nextdeal

Γράφει:


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου